Βαφτίσεις χρωμάτων
Ιούλιος και κοίταξα τη θάλασσα, σιγοψιθυρίζοντας τη λέξη θαλασσί. Το ωραιότερο και το αλμυρότερο του κόσμου χρώμα. Απ’ αυτό ξεκινά η ζωή γι αυτό και αν θες, βάφεις με αυτό τα πάντα: από μια ολίγων τετραγωνικών κουζίνα, μέχρι ένα πολλών τετραγωνικών καθιστικό και από ένα παλιό, φθαρμένο έπιπλο, μέχρι έναν καναπέ, μια πολυθρόνα, μια καρέκλα ή μια κουρτίνα παρδαλή. Είναι το θαλασσί η αρχή και γίνεται αρχή και για μια σκέψη εμμονική. Για μια σειρά εμμονών. Είναι πολλά, δεν είναι λίγα τελικά…
Είναι το κοραλλί, που έχει ένα πορτοκαλί αλλιώτικο, συγκεκριμένο, που δεν προσδιορίζεται με τρόπο διαφορετικό. Κοραλλί που χορεύει στο βυθό, που κινείται συνεχώς που στέκεσαι για να το απολαύσεις. Που δεν το αντικρύζεις συχνά, γι αυτό καλό είναι να το κάνεις μαξιλάρι.
Είναι το καρπουζί, που έχει ένα κόκκινο αλλιώτικο, συγκεκριμένο, που δεν προσδιορίζεται με τρόπο διαφορετικό. Καρπουζί. Ζουμερό, ζωντανό, δροσερό, το χρώμα της καρδιάς του καρπουζιού. Βάλε το σε μια σειρά από πιάτα ή σε πετσέτες που θα σου ρουφούν την υγρασία, όταν βγαίνεις καθαρός από το ντους
Είναι το μελιτζανί, που έχει ένα μοβ αλλιώτικο, συγκεκριμένο, που δεν προσδιορίζεται με τρόπο διαφορετικό. Μελιτζανί, που αν θες το κάνεις τραπέζι χαμηλό, αν πάλι θες το ανεβάζεις στα ύψη. Το κάνεις μουσακά. Το απλώνεις σε ταψί. Το κρεμάς σε μια κορνίζα, το φωτίζεις με ένα τύπου παλαιού φωτιστικό. Το ακουμπάς πλάι σε ένα άλλο χρώμα, φωτεινό. Σε ένα καναρινί;
Είναι το καναρινί, που έχει ένα κίτρινο αλλιώτικο, συγκεκριμένο, που δεν προσδιορίζεται με τρόπο διαφορετικό. Κίτρινο που φτερουγίζει, κελαηδά και πετά μακριά αν δεν το φυλάξεις. Αν θέλεις βάλε το σε έναν τοίχο – σε μια ξεχασμένη μεριά, για να του ρίχνεις που και που καμιά ματιά.
Είναι το κροκί, είναι το βυσσινί, αλλά είναι και το λαχανί που λόγω σύστασης, ίσως και να ταιριάζουν εξαιρετικά στους χώρους της κουζίνας. Πιατέλες, φρουτιέρες, πιάτα, πετσέτες, ντουλάπια, συρτάρια, πάγκοι… Είναι τόσα που περιμένουν από σένα την έμπνευση. Γυρεύουν από σένα, οπότε δώσε. Μάθε να δίνεις. Είναι κι αυτό…
Είναι και απ’ την άλλη το σάπιο μήλο. Αυτό που σάπισε και γέμισε τον τόπο με ομορφιά. Χρώμα ολόγλυκο, παρά τη σαπίλα. Χρώμα που, πως αλλιώς να προσδιορίσεις; Στις καρέκλες της βεράντας ή στο τραπεζομάντηλο που στρώνεις για να φας; Στην πετσέτα της θαλάσσης που απλώνεις στο σχοινί μετά το μπάνιο ή στα κάγκελα που σκέφτεσαι να βάψεις; Ιούλιος, καιρός για μερεμέτια. Πού επιλέγεις να ρίξεις λίγο απ’ αυτό το περίεργο χρώμα; Έχει μέσα του φθινόπωρο, γεμάτο μήλα τραγανά. Έχει και ωριμότητα εντός, που όμως έφτασε στα άκρα της και σάπισε. Το χρώμα αυτό, σαν περαστεί λαδομπογιά θα δεις που θα σε βάψει με αλήθειες. Οτιδήποτε παράγινε δεν είναι και για πέταμα, ντε και καλά και οτιδήποτε και να λέμε τώρα, που έχουμε σίγουρο το καλοκαίρι να μεσουρανεί, το καλοκαίρι δεν μπορεί παρά κάποια στιγμή να τελειώσει. Πρόσεξε τα χέρια σου που έχουν κιόλας παπαριάσει από τη θάλασσα. Δεν θα δείχνουν θαλασσί όταν βγεις…
Συγγραφέας Κωνσταντίνα Τασσοπούλου